Κυριακή 28 Ιανουαρίου 2024

Ανακαλύπτοντας... το ἅμαdeus

Επιμέλεια: Χατζηνικολάου Θάνος

Την Τρίτη, 23 Ιανουαρίου 2024, οι μαθητές/τριες  της Γ’ λυκείου (84 άτομα) επισκέφθηκαν την  εκθεσιακή γκαλερί The Blender Gallery  στη Γλυφάδα.  Ήταν  μια εκπαιδευτική εκδρομή που άνοιξε νέους ορίζοντες στην πολιτιστική καλλιέργειά τους. Συνόδευσαν οι καθηγητές: Ξάνθου Ευαγγελία, Καραμάνη Ελένη, Παπαμιχαήλ Θεοδώρα, Τάτσιος Βασίλειος και Ντουσάκης Νικόλαος 

Στο εσωτερικό της γκαλερί, οι μαθητές είχαν την ευκαιρία να ανακαλύψουν την φιλοξενούμενη έκθεση, "ἅμadeus". Περιελάμβανε έργα 17 Ελλήνων και ξένων  καλλιτεχνών, παρουσιάζοντας μια μετα-σύγχρονη σύνθεση που εξερεύνησε τις μη αιτιατές αρχές σύνδεσης του Ανθρώπου και των μεγάλων ζητημάτων που τον απασχολούν.  Ο τίτλος "ἅμadeus" απηχεί τον αρχαίο ελληνικό όρο "άμα" που σημαίνει συγχρόνως, ενώ συνδυάζεται με τις λατινικές λέξεις "amare" και "deus," δημιουργώντας μια θεοφορική ταυτότητα που εστιάζει στην έννοια της αγάπης, είτε από τον άνθρωπο είτε από το Θεό.

Ο καλλιτεχνικός διευθυντής Πάνος Λάμπρου μας καθοδήγησε με ειδικές εξηγήσεις και σχόλια, ώστε να κατανοήσουμε τις αισθητικές επιλογές των καλλιτεχνών και τον τρόπο με τον οποίο διαπραγματεύονταν τα σύνθετα θέματα που προκύπταν στα έργα τους. Είχαμε την ευκαιρία να περιηγηθούμε στο χώρο για αρκετή ώρα, να επικεντρωθούμε σε έργα τέχνης που μας άφησαν έντονες εντυπώσεις, αφού ήταν πρωτότυπα και εξέφραζαν διάφορες καλλιτεχνικές προσεγγίσεις. Η συγκεκριμένη έκθεση μας προκάλεσε βαθύτερες σκέψεις και αναζήτηση σημασιών.

Μετά την επίσκεψη μας στη γκαλερί, ακολούθησε μια όμορφη βόλτα στη Γλυφάδα, δίνοντας συνέχεια στην εκπαιδευτική εκδρομή. Απολαύσαμε τη δυνατότητα να ξεφύγουμε λίγο από την πίεση της καθημερινότητας, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον μας σε ένα ευχάριστο διάλειμμα γεμάτο γνώσεις, εμπειρίες και ευχάριστες στιγμές.

 

 

Παρασκευή 26 Ιανουαρίου 2024

«Βγαίνουμε στον αέρα!»

 


Για πρώτη φορά το 3ο ΓΕΛ Αγίων Αναργύρων συμμετέχει στο European School Radio.

Την Παρασκευή 26/1/2024, στις 9-9.30 το βράδυ «εκπέμπουμε».

Οι έφηβοί μας εκφράζουν τους προβληματισμούς τους με τη συνοδεία όμορφης μουσικής! Μπορείτε να ακούσετε την εκπομπή οποιαδήποτε στιγμή πατώντας στο παρακάτω link :

Ευρωπαϊκό Ραδιόφωνο - 3ο ΓΕΛ ΑΓ. ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ

Περιμένουμε τις καρδούλες σας ... και τα σχόλιά σας!

Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

Χειροκρότημα...

 Επιμέλεια: Χρυσαφένια Βερβαινιώτη-Παπαθεοδώρου


Απόλυτα συμμετρικοί ήχοι δημιουργούν παραφωνία. Οι τρομπέτες προβάρουν και μερικοί βιολιστές ξύνουν απαλά τις χορδές με το δοξάρι τους . Ένα γλυκό μεταλλόφωνο ακούγεται απ’ τα άδυτα της σκηνής. Ακαθόριστοι ψίθυροι παντού από καλοντυμένο κόσμο που ψάχνει τη θέση του. Ο γκριζομάλλης κύριος με τα μαύρα μοκασίνια που κάθεται στο πλάι μου, στην κάτω σειρά του θεωρείου, βγάζει σέλφι με τη γυναίκα του, έχει πολλή λακ στις μπούκλες της. Ο από πίσω του χαζεύει στο Φέισμπουκ. Ένας από τη σειρά των επίσημων κρατήθηκε από τα κάγκελα της ορχήστρας όλοι ψάχνουμε τα όρια μας σε αυτές τις γιορτές. Μαύρα καλσόν σε πόδια σταυροπόδι και  λάμψη από τα φορέματα με τις παγέτες των κυρίων. Τώρα ακροβατούν σε μερικές σκόρπιες νότες και τα κοντραμπάσα. Κάποιος αναρωτιέται δυνατά για το πότε θα έχει διάλειμμα. Όλο και λιγότεροι προβάλλουν από τις πόρτες των θεωρείων, η πλατεία έχει σχεδόν γεμίσει. Είναι παραμονή πρωτοχρονιάς. Τα φώτα χαμηλώνουν.  (Ακούγεται η ενημέρωση για τις φωτογραφίες). Η παράσταση αρχίζει.

Προβάλει ο μαέστρος. Το πρώτο  χειροκρότημα της βραδιάς. Σιγή. Αν και χειμερινή παράσταση, ελάχιστοι βήχουν. Πρώτη σκηνή,  σκηνικά από μια σοφίτα στο Παρίσι. Να και μια όπερα που δεν "αξιοποιεί" οπτικοακουστικό υλικό από "σύγχρονα μέσα". Η παρατήρηση της ορχήστρας σε συνεπαίρνει. Ανεπαίσθητες κινήσεις από τους βιολιστές, τόσο αρμονικές όσο τα ηχητικά κύματα των χορδών που θέτουν σε κίνηση με τα δοξάρια και με τα τσιμπήματα των δακτύλων τους όλη η ορχήστρα δονείται σαν ένας μοναδικός παλμός. Στη σκηνή, 4 Τενόροι, σχετικά νέοι, φορούν τζιν παντελόνια και λερωμένα παπούτσια . Ένας φορά το παραδοσιακό μαντήλι των παλαιστίνιων, την καφίγια. Δεν μπορώ να διακρίνω τι γράφουν οι αγκράφες στο δερμάτινο μπουφάν του. Έφυγαν οι τρεις: ο μουσικός, ο ζωγράφος και ο φιλόσοφος . Έμεινε μόνος ο ποιητής.

Την πόρτα του χτυπά  μια κοπέλα, γειτόνισσα, ζητά να της ανάψει το σβησμένο της  κερί. "Ποιος είμαι; ένας ποιητής. Και πώς ζω; ζω... Καμία φορά στο χρηματοκιβώτιο μου μπαίνουν και μου παίρνουν τα πετράδια δυο ληστές, δύο όμορφα ματιά και όλα μου τα παλιά όνειρα τα ξεχνώ ", συστήνεται. Η σειρά της κοπέλας : "Με φωνάζουν Μιμή αλλά δεν ξέρω το γιατί...".Τις ζωές τους ξεδιπλώνουν πάνω από το λίγο κρασί μπορντώ, ναυάγια στις ξέρες της φτώχειας, ζητιανεύουν τον έρωτα."Μα, όταν οι πάγοι λιώνουν, δικός μου είναι ο πρώτος ήλιος! Δικό μου του Απρίλη το πρώτο το φιλί! "..... "Δεν έχω κάτι άλλο να σας πω, είμαι η γειτόνισσά σας  που έρχεται σε ακατάλληλη ώρα να σας ενοχλήσει". Φιλιούνται. "Πες μου ότι με αγαπάς. Σε αγαπώ. Αγάπη μου! ".  (Τέλος 1ης σκηνής.)

Αρχή της δεύτερης σκηνής και η αυλαία ανοίγει αποκαλύπτοντας για σκηνή γεμάτη:  παντού  παιδιά και κομπάρσοι, συνθέτουν τους θαμώνες ενός μπιστρό. Η Μιμή γίνεται μέλος της ομήγυρης των ταραγμένων ψυχών : " Με τον ερχομό της, η συντροφιά μας είναι απαρτία, γιατί εγώ είμαι ο ποιητής κι εκείνη το ποίημα", λέει στην παρέα ο αγαπημένος της. Η θεματική της σκηνής είναι απόλυτα γιορτινή και εγκλιματίζεσαι  πλήρως στη γιορτινή διάθεση. Επιτέλους νιώθεις Χριστούγεννα.

Φθάνουμε στο διάλειμμα που ανέμενε ο κύριος απ' την αρχή της παράστασης: Αμερικανίδες και Ασιάτισσες στις τουαλέτες συνεννοούνται με τα πτωχά αγγλικά των Ελληνίδων, κόσμος με ένα ποτήρι σαμπάνια ανά χείρας αναμένει το δεύτερο μέρος της παράστασης στα ψηλά τραπεζάκια στις άκρες των διαδρομών."Κυρίες και κύριοι, το δεύτερο μέρος της παράστασης στην αίθουσα Σταύρος Νιάρχος θα αρχίσει σε λίγα λεπτά. Παρακαλώ προσέλθετε στις θέσεις σας".

Σκηνή τρίτη: ο χωρισμός. Σκηνή τέταρτη: ο θάνατος της Μίμης. “Η μοναξιά, τον χειμώνα, είναι θάνατος σωστός! ”… Αντίο, είπε, δεν του κράτα κακία. "Να περιμένουμε την άνοιξη να ρθει πάλι? Θα χωρίσουμε την εποχή των λουλουδιών... Θα 'θελα αιώνια να διαρκούσε ο χειμώνας"… Αγάπη ίσως να μην είναι στιγμές ευφορίας, όπως θεωρεί ο ζωγράφος της παρέας, του οποίου η ερωτική ιστορία παρουσιάζεται παράλληλα με τον χωρισμό των πρωταγωνιστών. Αγάπη ίσως  είναι να χωρίζεις επειδή η αγαπημένη σου αρρώσταινε στο υγρό και κρύο σου δωμάτιο. Αγάπη είναι να κρατάς το σκουφί που της πήρες την ημέρα που πρωτογνωριστήκατε. Αγάπη είναι να μην ρέει στην πένα σου το μελάνι όταν τη σκέφτεσαι. Αγάπη είναι να της κρατάς το χέρι όταν αργοπεθαίνει στο πάτωμα σου. Ταράζεται ολόκληρο το κάθισμα από τους σπασμούς του κλάματός μου."Είμαι ακόμη όμορφη;", τον ρωτά ξαπλωμένη στο πάτωμα, στο τελευταίο της στρώμα. "Όμορφη σαν την αυγή", της απαντά."Λάθος παρομοίωση  ήθελες να πεις : όμορφη σαν το δειλινό". Στο νεκροκρέβατό της ξαναγεννιέται καθώς θυμούνται μαζί την πρώτη τους γνωριμία... “ Τι παγωμένο χεράκι. Αφήστε με να σας το ζεστάνω” . Και μέσα στο σκοτάδι, μου έπιασες το χέρι, του λέει. Βήχει έντονα.

"Τη βλέπεις; είναι ήρεμη", λέει ο ποιητής μας. "Γιατί με κοιτάτε έτσι;"

Ουρλιαχτά. Οδυρμός. Μα το δικό μου κλάμα νιώθω πως ακούγεται πιο δυνατά, σπάζοντας τη σιωπή των θεατών. Το χειροκρότημα με καλύπτει, με σώζει. Το χειροκρότημα ΜΑΣ σώζει. Ζούμε για το χειροκρότημα. "Καλή χρονιά", φωνάζουν οι ηθοποιοί. Το κοινό δεν τους χόρταινε. Η υπόκλιση επαναλήφθηκε τουλάχιστον δέκα φορές. Μα στην δική μου παράσταση, που είμαι ο πρωταγωνιστής, δεν έχω θεατές, δεν με αποθεώνει το κοινό. Είναι κρίμα να είσαι ηθοποιός σε μια άδεια αίθουσα. Και η έκφραση των συναισθημάτων σου, που αξίζει Επίδαυρο, να χαρακτηρίζεται "πολύ θεατρική". Είναι κρίμα όμως.

 

 


Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

«Πότε θα είσαι για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά;»

από τη  Χρυσαφένια Βερβαινιώτη-Παπαθεοδώρου

 


Αν ερχόσουν μαζί μου για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά, θα σου χάριζα όλο το γαλάζιο του πελάγου. Όλο το χρυσάφι του ήλιου, θα το ξήλωνα απ’ την ψυχή μου να στο δώσω. Όλο το ροζ του δειλινού. Θα σου έλεγα πως το ηλιοβασίλεμα μυρίζει λουκούμι τριαντάφυλλο, πραγματικά το μυρίζωμια φορά που το είχα πει δεν το είχαν καταλάβει. Θα σου έδινα ό,τι χρώμα επιθυμείς για να βάφεις τους πόθους και τις σκέψεις σου. Θα σου γέμιζα το αμπάρι με όνειρα να ΄χεις πολλά. Να μην φοβάσαι πως θα σου τελειώσουν. Αν είχε λιακάδα, θα απλώναμε τα δίχτυα της ζωής μας και θα μπαλώναμε τις τρύπες που μας άνοιξαν τα σκυλόψαρα. Αν είχε βροχή θα βγάζαμε την ψυχή μας στ’ άλμπουρο να ξεπλυθεί.

Είσαι επιτέλους, για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά; Για ένα ρίσκο;

Μα η ψυχή μου έμεινε κρεμασμένη στο κατάρτι και τη βαρά ο άνεμος. Τόσο δύσκολο σου είναι να γίνεις για λίγο πειρατής μαζί μου; Είναι τόσο μεγάλο το ρίσκο που σου ζητώ και δειλιάζεις; «Καλή συνέχεια», μου λες, «στο ταξίδι σου». Ας επιστρέψω, λοιπόν, στη διαδρομή μου. Είτε το θέλω είτε όχι, δεν είσαι πλέον συνταξιδιώτης μου. «Χαίρομαι», σου απαντώ, «χαίρομαι που ήσουν μαζί μου σε αυτό το κομμάτι του ταξιδιού μου, όσο σύντομη κι αν ήταν η κοινή μας πορεία». Όταν θα σε ξαναδώ θα έχω μπει σε άλλους παραλλήλους. Μα μήπως κάποτε θα είσαι έτοιμος για αυτό το ταξίδι στ’ ανοιχτά; Μην φοβάσαι τη φορτούνα. Ας αφήσουμε τα βαριά μας μπαγκάζια πίσω και, απαλλαγμένοι από φοβίες και περιττά βάρη, ας γίνουμε παντοτινοί συνταξιδιώτες. Τι λες; Όχι; Τέλος πάντων, χαίρομαι που ήσουν μαζί μου σε αυτό το κομμάτι του ταξιδιού μου, όσο σύντομη κι αν ήταν η κοινή μας πορεία.

Το δεξί χέρι του πιανίστα ίσα που αγγίζει τα πλήκτρα. Δεν επιστρέφει από τον κόσμο όπου ταξιδεύει για χειροκρότημα· δεν συνειδητοποιεί την ένταση της συναισθηματικής φόρτισης που έχει προξενήσει. Ένα κάψιμο διαπερνά το στέρνο μου, βαριανασαίνω μια έξαψη έχει καταβάλει το κορμί μου, τέτοια που δεν ξέρω αν μπορώ να αντέξω τόση απόλαυση. Τα μάτια μου καίνε από τον μουσικό οργασμό. Πάνω στη μελωδία, στο μυαλό μου αντηχούν τα λόγια : «κι εγώ σε ζητάω σαν πρωινό τσιγάρο και σαν καφέ πικρό, και σαν καφέ πικρό»… Δάκρυα. Αφού πάντα δακρύζεις με το «πρωινό τσιγάρο», τι σου κάνει εντύπωση;

Κάπνισε τον ξεραμένο άφιλτρο καπνό σου, πρώην πειρατή… και άσε το τσιγάρο σου να ξεκουραστεί στη σχισμή των χειλιών σου. Εκεί που ξέρεις πως θα έπρεπε να βρίσκονται τα δικά μου. Γιατί ξέρεις πως «εγώ, που μόνον την υγρήν έκταση αγάπησα, εσένα θα μπορούσα ν’ αγαπήσω».

(έμπνευση από το ποίημα «Είσαι για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά;» της Αλκυόνης Παπαδάκη)

 

Τετάρτη 10 Ιανουαρίου 2024

«ΠΟΣΟ ΛΑΤΡΕΥΩ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΛΥΚΕΙΟΥ»

 από τη Χρυσαφένια Βερβαινιώτη-Παπαθεοδώρου

… Aλλά δεν θα ξέρει
κανείς απ’ όσους θα με πλησιάζουν
πού κείνται η πληγές μου, τα τρωτά μου μέρη,
κάτω από τα ψεύδη που θα με σκεπάζουν.—
Pήματα της καυχήσεως του Aιμιλιανού Μονάη.

Δεν γνωρίζω αν δείχνει δύναμη ή αδυναμία το να αδυνατώ να φτιάξω μια πανοπλία, το προσωπείο μου. Μακάρι να μπορούσα ∙ δεν θα πληγωνόμουν, δεν θα πονούσα. Να δείχνω μια πλαστή ταυτότητα, παράνομος ταξιδιώτης στο πλοίο της ζωής. Αντ΄ αυτού βουτώ και πνίγομαι στον ωκεανό των συναισθημάτων-όσο πιο ευάλωτη γίνεται. Το θεωρώ και προνόμιο να είμαι τόσο ευάλωτη.

Περπατώ στο πάρκο και παρατηρώ όλες τις καταστάσεις της ζωής: παρέες με ποδήλατα, ομάδες αθλητών, τριαντάρηδες που μιλούν για την εκμετάλλευση της κρατικής μηχανής πίνοντας καφέ, ένας που κάνει πρόταση γάμου, μια γαμήλια φωτογράφηση, γονείς με μωρά, προσκοπάκια να τρέχουν προς τη λίμνη… Ο αέρας σχεδόν απών, το μόνο που ακούς είναι τα πατήματά σου στα πεσμένα φύλλα. Τα δέντρα γυμνά, όμως η χαμηλή καταπράσινη βλάστηση τραβά την προσοχή για να τα βοηθήσει να ντρέπονται λιγότερο για τη γύμνια τους. Ο κόσμος περπατά ανάμεσά τους, στα χωμάτινα δρομάκια, παρ’ όλα αυτά φαίνονται μοναχικά. Τα συναισθάνεσαι. Το πάρκο το νιώθω σαν δεύτερο σπίτι∙ αντικατοπτρίζει την προσπάθεια ενός κοριτσιού της πόλης να ενωθεί με τη φύση, να καταλάβει η μία την άλλη. Νιώθω πιεσμένη απ’ τα πάντα μα όταν είμαι μόνη μου η σκέψη πως με πιέζουν γίνεται ακόμη πιο πιεστική. Δεν καταλαβαίνω πώς νιώθω αυτή τη στιγμή∙ άσχημα ίσως, σαν να πρέπει να διορθώσω κάποιο λάθος μου. Δεν μου αρέσει. Διάχυτα ερωτήματα- ερωτήματα που δεν διατυπώνονται, που τα έχεις χωρίς να ξέρεις ποια είναι συγκεκριμένα. Να, αυτό ζω: μια «αοριστία».

«Οι γιορτές είναι περίεργες» μου είχαν πει. «Γιατί;» - «γιατί είναι αυτοί που λείπουν». Είναι περίεργο να μην μπορείς να συναισθανθείς το αίσθημα απώλειας των άλλων. Να προσπαθείς να καταλάβεις πώς είναι να θες μία παραπάνω καρέκλα στα εορταστικά τραπέζια. Στις διακοπές θυμόμαστε∙ προσπαθούμε σε μερικές μέρες να χωρέσουμε τη ζωή ενός χρόνου. Γι’ αυτό πολλές φορές ζούμε τα συναισθήματά μας στον ακραίο βαθμό∙ σαν να θέλουμε να αναπληρώσουμε τις χαμένες στιγμές, τα χαμένα λεπτά, τις χαμένες ώρες, τους χαμένους μήνες∙ τους μήνες που χάνονται στη ρουτίνα της εργασίας και στις τυπικές καλημέρες. Θέλουμε να αναστήσουμε τη ζωή που έχει πεθάνει, απαγχονισμένη από το σκοινί των ανώνυμων Δευτέρων. Όσο κι αν τις έχουμε συνηθίσει, πάντα μοιάζουν ξένες αυτές οι Δευτέρες. Δεν μας ανήκουν, δεν είναι δική μας η ζωή τις Δευτέρες.

Τι είναι άλλωστε η ζωή μας; Ακαδημαϊκές αποτυχίες, συζητήσεις για το ξυράφι του Όκαμ και για τη φύση της αλήθειας, καφέδες σε χέρια γεμάτα μελάνι, προσπάθεια για το σχολείο, προσπάθεια για το φροντιστήριο, προσπάθεια να διατηρούμε την ψυχική μας υγεία, προσπάθεια να επιβιώσουμε αυτή τη χρονιά. Είν’ οι προσπάθειές μας σαν των Τρώων∙ θάρρος, ελπίδες αποκτούμε μα πάντα βγαίνει ο Αχιλλέας και μας σταματά. Η πτώση μας είναι βεβαία. Πικρά για μας ο Πρίαμος και η Εκάβη τώρα κλαίνε.

Λίγο κουράγιο χρειαζόμαστε και θα βγει η χρονιά: να η ελπίδα που με οδηγεί στην πιο γλυκιά αυταπάτη. Η θλίψη με κλωτσάει πιο μακριά από παντού και ο φόβος με νικά και πάλι. Άγνωστος ο δαίμονας που ποτίζει την καινούργια μου ζάλη. Όλα καίγονται, Θεέ μου, όλα καίγονται μαζί μ΄εμένα. Καταρρέω – σαν κυματοσυνάρτηση. Πώς ν΄αντέξω τη σιωπή όταν τα θέλω μου ουρλιάζουν; … Αυτές είναι οι συνέπειες του να επιλέγεις να ζεις στο απόγειο, με το ζενίθ των αισθητηριακών σου δυνατοτήτων, μ΄ όλες τις αισθήσεις σου, του να θες την «απόλυτη βίωση» της ζωής σου, του να ζεις συνειδητά. Αυτή τη ζωή θέλω να κάνω. Δεν συμβιβάζομαι με «εντάξει» συναισθήματα μετρίου έντασης. Ή όλα ή τίποτα… ή το κενό ή τα πάντα… ή μηδέν ή άπειρο… Ποια η ουσιαστική τους διαφορά; Κοίτα να δεις που είμαστε πολλοί που ξέρουμε κολύμπι και δεν μπορούμε να συμφιλιωθούμε με τα τελευταία. «Η ζωή είναι ωραία, ζήσε χαλαρά»∙ δεν θέλω να ζήσω χαλαρά. «Χαλαρά»; Τι «χαλαρά»; Το «χαλαρό» δεν σου χαρίζει έντονες συγκινησιακές απολαύσεις, δεν φέρνει τρικυμία στην καρδιά σου, δεν ξεσηκώνει την υπόστασή σου. Δεν ζεις ως το τελευταίο δεκαδικό ψηφίο της άρρητης ύπαρξής σου…

Κουράστηκα να νοσταλγώ, κουράστηκα να ζητώ γιατρειά απ’ τον χρόνο. Με καίει, με σκορπά και με παγώνει ο χρόνος, όσο πακετάρω μια βαλίτσα με όλους τους δρόμους που διάβηκα και με τα όνειρά μου. Τα αφελώς υπεραισιόδοξα όνειρά μου. Χωρίς αυτή την αφελή υπεραισιοδοξία δεν θα τολμούσαμε να επιχειρήσουμε τα φαινομενικά αδύνατα. Άλλωστε, ποια είναι εν τέλει η αυταπάτη; Ότι κάτι θεωρείται μη υλοποιήσιμο και πιστεύουμε πως πραγματικά δεν θα συμβεί ή να θεωρείται μη υλοποιήσιμο και να πιστεύουμε πως μπορεί να γίνει; Είναι δίκοπο μαχαίρι αυτό το σκεπτικό∙ κι αν τελικά βγει αληθινό; τι κι αν όμως δεν βγει…

Έφθασε το 2024. Έχω μείνει στο 2018 να παίζω στην πλατεία Βελουχιώτη ή στο 2019 να μαθαίνω το «μακρό προ μακρού οξύνεται, μακρό προ βραχέως περισπάται». «Τό μακρόν ὄνειρο πρό  τοῦ βραχέος χρόνου/ τί κάνει ὀξύνεται ἤ  περισπᾶται;». Είμαι στ’ αλήθεια 17 χρονών; Δίνω στ’ αλήθεια πανελλαδικές; Πρέπει στ΄ αλήθεια τώρα να μάθω την γεωμετρική απόδειξη του Rolle;

«Γιατί ενύχτωσε κ’ οι βάρβαροι δεν ήλθαν». Όσο κι αν το “συνειδητό” μου διαφωνεί, βαθειά μέσα μου ξέρω πως, ακόμη, περιμένω τους βαρβάρους. «Και μερικοί έφθασαν απ’ τα σύνορα, και είπανε πως βάρβαροι πια ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΟΥΝ».

Και τώρα τι θα γένουμε χωρίς βαρβάρους; Μήπως πρέπει να περιμένω τους βαρβάρους; Μα, όχι , οι βάρβαροι δεν υπάρχουν. Έχει νόημα να τους περιμένω κι άλλο; Κι αν όχι, τι θα κάνω χωρίς βαρβάρους; «Οι άνθρωποι αυτοί ήσαν μια κάποια λύσις». Για τώρα, ΑΣ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΜΕ ΤΟΥΣ ΒΑΡΒΑΡΟΥΣ. Είναι η μόνη ελπίδα. Αυτό επιλέγω, το δικό μου σωστό είναι το καθολικά λάθος. Νιώθω σαν έναν κύκλο που αποκαλεί τον εαυτό του παράσταση συνάρτησης. Όλα μάταια, μες τις ψευδαισθήσεις. Σαν ένα σύνολο που περιέχει όλα τα σύνολα ∙ γεμάτη παράδοξα.             Η ώρα στον κόσμο είναι εννιάμιση. Κι εμείς ιδιοφυείς παράλυτοι. Ενώπιον μιας άσκησης μαθηματικών, άλυτη. Ζαλίζομαι.

ΠΟΣΟ ΛΑΤΡΕΥΩ ΤΗΝ ΤΡΙΤΗ ΛΥΚΕΙΟΥ.