Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2024

«Πότε θα είσαι για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά;»

από τη  Χρυσαφένια Βερβαινιώτη-Παπαθεοδώρου

 


Αν ερχόσουν μαζί μου για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά, θα σου χάριζα όλο το γαλάζιο του πελάγου. Όλο το χρυσάφι του ήλιου, θα το ξήλωνα απ’ την ψυχή μου να στο δώσω. Όλο το ροζ του δειλινού. Θα σου έλεγα πως το ηλιοβασίλεμα μυρίζει λουκούμι τριαντάφυλλο, πραγματικά το μυρίζωμια φορά που το είχα πει δεν το είχαν καταλάβει. Θα σου έδινα ό,τι χρώμα επιθυμείς για να βάφεις τους πόθους και τις σκέψεις σου. Θα σου γέμιζα το αμπάρι με όνειρα να ΄χεις πολλά. Να μην φοβάσαι πως θα σου τελειώσουν. Αν είχε λιακάδα, θα απλώναμε τα δίχτυα της ζωής μας και θα μπαλώναμε τις τρύπες που μας άνοιξαν τα σκυλόψαρα. Αν είχε βροχή θα βγάζαμε την ψυχή μας στ’ άλμπουρο να ξεπλυθεί.

Είσαι επιτέλους, για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά; Για ένα ρίσκο;

Μα η ψυχή μου έμεινε κρεμασμένη στο κατάρτι και τη βαρά ο άνεμος. Τόσο δύσκολο σου είναι να γίνεις για λίγο πειρατής μαζί μου; Είναι τόσο μεγάλο το ρίσκο που σου ζητώ και δειλιάζεις; «Καλή συνέχεια», μου λες, «στο ταξίδι σου». Ας επιστρέψω, λοιπόν, στη διαδρομή μου. Είτε το θέλω είτε όχι, δεν είσαι πλέον συνταξιδιώτης μου. «Χαίρομαι», σου απαντώ, «χαίρομαι που ήσουν μαζί μου σε αυτό το κομμάτι του ταξιδιού μου, όσο σύντομη κι αν ήταν η κοινή μας πορεία». Όταν θα σε ξαναδώ θα έχω μπει σε άλλους παραλλήλους. Μα μήπως κάποτε θα είσαι έτοιμος για αυτό το ταξίδι στ’ ανοιχτά; Μην φοβάσαι τη φορτούνα. Ας αφήσουμε τα βαριά μας μπαγκάζια πίσω και, απαλλαγμένοι από φοβίες και περιττά βάρη, ας γίνουμε παντοτινοί συνταξιδιώτες. Τι λες; Όχι; Τέλος πάντων, χαίρομαι που ήσουν μαζί μου σε αυτό το κομμάτι του ταξιδιού μου, όσο σύντομη κι αν ήταν η κοινή μας πορεία.

Το δεξί χέρι του πιανίστα ίσα που αγγίζει τα πλήκτρα. Δεν επιστρέφει από τον κόσμο όπου ταξιδεύει για χειροκρότημα· δεν συνειδητοποιεί την ένταση της συναισθηματικής φόρτισης που έχει προξενήσει. Ένα κάψιμο διαπερνά το στέρνο μου, βαριανασαίνω μια έξαψη έχει καταβάλει το κορμί μου, τέτοια που δεν ξέρω αν μπορώ να αντέξω τόση απόλαυση. Τα μάτια μου καίνε από τον μουσικό οργασμό. Πάνω στη μελωδία, στο μυαλό μου αντηχούν τα λόγια : «κι εγώ σε ζητάω σαν πρωινό τσιγάρο και σαν καφέ πικρό, και σαν καφέ πικρό»… Δάκρυα. Αφού πάντα δακρύζεις με το «πρωινό τσιγάρο», τι σου κάνει εντύπωση;

Κάπνισε τον ξεραμένο άφιλτρο καπνό σου, πρώην πειρατή… και άσε το τσιγάρο σου να ξεκουραστεί στη σχισμή των χειλιών σου. Εκεί που ξέρεις πως θα έπρεπε να βρίσκονται τα δικά μου. Γιατί ξέρεις πως «εγώ, που μόνον την υγρήν έκταση αγάπησα, εσένα θα μπορούσα ν’ αγαπήσω».

(έμπνευση από το ποίημα «Είσαι για ένα ταξίδι στ’ ανοιχτά;» της Αλκυόνης Παπαδάκη)

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.