Τρίτη 23 Ιανουαρίου 2024

Χειροκρότημα...

 Επιμέλεια: Χρυσαφένια Βερβαινιώτη-Παπαθεοδώρου


Απόλυτα συμμετρικοί ήχοι δημιουργούν παραφωνία. Οι τρομπέτες προβάρουν και μερικοί βιολιστές ξύνουν απαλά τις χορδές με το δοξάρι τους . Ένα γλυκό μεταλλόφωνο ακούγεται απ’ τα άδυτα της σκηνής. Ακαθόριστοι ψίθυροι παντού από καλοντυμένο κόσμο που ψάχνει τη θέση του. Ο γκριζομάλλης κύριος με τα μαύρα μοκασίνια που κάθεται στο πλάι μου, στην κάτω σειρά του θεωρείου, βγάζει σέλφι με τη γυναίκα του, έχει πολλή λακ στις μπούκλες της. Ο από πίσω του χαζεύει στο Φέισμπουκ. Ένας από τη σειρά των επίσημων κρατήθηκε από τα κάγκελα της ορχήστρας όλοι ψάχνουμε τα όρια μας σε αυτές τις γιορτές. Μαύρα καλσόν σε πόδια σταυροπόδι και  λάμψη από τα φορέματα με τις παγέτες των κυρίων. Τώρα ακροβατούν σε μερικές σκόρπιες νότες και τα κοντραμπάσα. Κάποιος αναρωτιέται δυνατά για το πότε θα έχει διάλειμμα. Όλο και λιγότεροι προβάλλουν από τις πόρτες των θεωρείων, η πλατεία έχει σχεδόν γεμίσει. Είναι παραμονή πρωτοχρονιάς. Τα φώτα χαμηλώνουν.  (Ακούγεται η ενημέρωση για τις φωτογραφίες). Η παράσταση αρχίζει.

Προβάλει ο μαέστρος. Το πρώτο  χειροκρότημα της βραδιάς. Σιγή. Αν και χειμερινή παράσταση, ελάχιστοι βήχουν. Πρώτη σκηνή,  σκηνικά από μια σοφίτα στο Παρίσι. Να και μια όπερα που δεν "αξιοποιεί" οπτικοακουστικό υλικό από "σύγχρονα μέσα". Η παρατήρηση της ορχήστρας σε συνεπαίρνει. Ανεπαίσθητες κινήσεις από τους βιολιστές, τόσο αρμονικές όσο τα ηχητικά κύματα των χορδών που θέτουν σε κίνηση με τα δοξάρια και με τα τσιμπήματα των δακτύλων τους όλη η ορχήστρα δονείται σαν ένας μοναδικός παλμός. Στη σκηνή, 4 Τενόροι, σχετικά νέοι, φορούν τζιν παντελόνια και λερωμένα παπούτσια . Ένας φορά το παραδοσιακό μαντήλι των παλαιστίνιων, την καφίγια. Δεν μπορώ να διακρίνω τι γράφουν οι αγκράφες στο δερμάτινο μπουφάν του. Έφυγαν οι τρεις: ο μουσικός, ο ζωγράφος και ο φιλόσοφος . Έμεινε μόνος ο ποιητής.

Την πόρτα του χτυπά  μια κοπέλα, γειτόνισσα, ζητά να της ανάψει το σβησμένο της  κερί. "Ποιος είμαι; ένας ποιητής. Και πώς ζω; ζω... Καμία φορά στο χρηματοκιβώτιο μου μπαίνουν και μου παίρνουν τα πετράδια δυο ληστές, δύο όμορφα ματιά και όλα μου τα παλιά όνειρα τα ξεχνώ ", συστήνεται. Η σειρά της κοπέλας : "Με φωνάζουν Μιμή αλλά δεν ξέρω το γιατί...".Τις ζωές τους ξεδιπλώνουν πάνω από το λίγο κρασί μπορντώ, ναυάγια στις ξέρες της φτώχειας, ζητιανεύουν τον έρωτα."Μα, όταν οι πάγοι λιώνουν, δικός μου είναι ο πρώτος ήλιος! Δικό μου του Απρίλη το πρώτο το φιλί! "..... "Δεν έχω κάτι άλλο να σας πω, είμαι η γειτόνισσά σας  που έρχεται σε ακατάλληλη ώρα να σας ενοχλήσει". Φιλιούνται. "Πες μου ότι με αγαπάς. Σε αγαπώ. Αγάπη μου! ".  (Τέλος 1ης σκηνής.)

Αρχή της δεύτερης σκηνής και η αυλαία ανοίγει αποκαλύπτοντας για σκηνή γεμάτη:  παντού  παιδιά και κομπάρσοι, συνθέτουν τους θαμώνες ενός μπιστρό. Η Μιμή γίνεται μέλος της ομήγυρης των ταραγμένων ψυχών : " Με τον ερχομό της, η συντροφιά μας είναι απαρτία, γιατί εγώ είμαι ο ποιητής κι εκείνη το ποίημα", λέει στην παρέα ο αγαπημένος της. Η θεματική της σκηνής είναι απόλυτα γιορτινή και εγκλιματίζεσαι  πλήρως στη γιορτινή διάθεση. Επιτέλους νιώθεις Χριστούγεννα.

Φθάνουμε στο διάλειμμα που ανέμενε ο κύριος απ' την αρχή της παράστασης: Αμερικανίδες και Ασιάτισσες στις τουαλέτες συνεννοούνται με τα πτωχά αγγλικά των Ελληνίδων, κόσμος με ένα ποτήρι σαμπάνια ανά χείρας αναμένει το δεύτερο μέρος της παράστασης στα ψηλά τραπεζάκια στις άκρες των διαδρομών."Κυρίες και κύριοι, το δεύτερο μέρος της παράστασης στην αίθουσα Σταύρος Νιάρχος θα αρχίσει σε λίγα λεπτά. Παρακαλώ προσέλθετε στις θέσεις σας".

Σκηνή τρίτη: ο χωρισμός. Σκηνή τέταρτη: ο θάνατος της Μίμης. “Η μοναξιά, τον χειμώνα, είναι θάνατος σωστός! ”… Αντίο, είπε, δεν του κράτα κακία. "Να περιμένουμε την άνοιξη να ρθει πάλι? Θα χωρίσουμε την εποχή των λουλουδιών... Θα 'θελα αιώνια να διαρκούσε ο χειμώνας"… Αγάπη ίσως να μην είναι στιγμές ευφορίας, όπως θεωρεί ο ζωγράφος της παρέας, του οποίου η ερωτική ιστορία παρουσιάζεται παράλληλα με τον χωρισμό των πρωταγωνιστών. Αγάπη ίσως  είναι να χωρίζεις επειδή η αγαπημένη σου αρρώσταινε στο υγρό και κρύο σου δωμάτιο. Αγάπη είναι να κρατάς το σκουφί που της πήρες την ημέρα που πρωτογνωριστήκατε. Αγάπη είναι να μην ρέει στην πένα σου το μελάνι όταν τη σκέφτεσαι. Αγάπη είναι να της κρατάς το χέρι όταν αργοπεθαίνει στο πάτωμα σου. Ταράζεται ολόκληρο το κάθισμα από τους σπασμούς του κλάματός μου."Είμαι ακόμη όμορφη;", τον ρωτά ξαπλωμένη στο πάτωμα, στο τελευταίο της στρώμα. "Όμορφη σαν την αυγή", της απαντά."Λάθος παρομοίωση  ήθελες να πεις : όμορφη σαν το δειλινό". Στο νεκροκρέβατό της ξαναγεννιέται καθώς θυμούνται μαζί την πρώτη τους γνωριμία... “ Τι παγωμένο χεράκι. Αφήστε με να σας το ζεστάνω” . Και μέσα στο σκοτάδι, μου έπιασες το χέρι, του λέει. Βήχει έντονα.

"Τη βλέπεις; είναι ήρεμη", λέει ο ποιητής μας. "Γιατί με κοιτάτε έτσι;"

Ουρλιαχτά. Οδυρμός. Μα το δικό μου κλάμα νιώθω πως ακούγεται πιο δυνατά, σπάζοντας τη σιωπή των θεατών. Το χειροκρότημα με καλύπτει, με σώζει. Το χειροκρότημα ΜΑΣ σώζει. Ζούμε για το χειροκρότημα. "Καλή χρονιά", φωνάζουν οι ηθοποιοί. Το κοινό δεν τους χόρταινε. Η υπόκλιση επαναλήφθηκε τουλάχιστον δέκα φορές. Μα στην δική μου παράσταση, που είμαι ο πρωταγωνιστής, δεν έχω θεατές, δεν με αποθεώνει το κοινό. Είναι κρίμα να είσαι ηθοποιός σε μια άδεια αίθουσα. Και η έκφραση των συναισθημάτων σου, που αξίζει Επίδαυρο, να χαρακτηρίζεται "πολύ θεατρική". Είναι κρίμα όμως.

 

 


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.