Επιμέλεια: Μισθού Άννα, Μητροπούλου Βίκυ
Οι διαφορές του εργατικού κινήματος στην
Ελλάδα, συγκριτικά με άλλες γειτονικές ή Βαλκανικές χώρες, οφείλονται στην
ιστορική ιδιομορφία της ελληνικής ανάπτυξης, Στο τέλος του 19ου
αιώνα συναντάμε στην Ελλάδα σοσιαλιστικές ομάδες και εργατικές ομαδοποιήσεις.
Από τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα μέχρι και
την Επανάσταση του 1909 στο Γουδί η ελληνική οικονομία χαρακτηρίζεται από τη
γρήγορη εξέλιξη των τάσεων που διαμορφώθηκαν κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου
αιώνα. Πρόκειται για ένα σταδιακό πέρασμα από τις πρώιμες μορφές ανάπτυξης του
κεφαλαίου [εμπορικό εφοπλιστικό] στο βιομηχανικό καπιταλισμό. Χρονικά η «απογείωση»
του Βιομηχανικού καπιταλισμού χρονολογείται στην Ελλάδα από τα τέλη της
δεκαετίας του 1860 έως και τις αρχαίες της δεκαετίας το 1870. Γεγονός που
επιβεβαιώνεται αφού λίγα χρόνια αργότερα καθιερώνονται σταδιακά και τα εργατικά
μέτρα τα οποία επί χρόνια διεκδικούσαν τα εργατικά σωματεία που αφορούσαν τις
εργασιακές σχέσεις στη βιομηχανία.
Το εργατικό κίνημα προκλήθηκε άμεσα από την υπάρχουσα κρίση των δομών που υπήρχε στα παραδοσιακά κέντρα και όχι τόσο από τη Βιομηχανική ανάπτυξη των αστικών κέντρων. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τη δυναμική του κινήματος στα παλαιά κέντρα της Σύρου και της Πάτρας και την ευκαιρία να σταθούν πρωτοπόροι τμήματα της Παλαιάς εργατικής τάξης παρά προλεταριακού χαρακτήρα. Το γεγονός αποδίδεται συχνά στην «ελλιπή προλεταριοποίηση» των ελληνικών εργατικών στρωμάτων καθώς και στις έντονες «μικροαστικές επιδράσεις» που περιορίζουν την επαναστατική τους συνείδηση. Η δομή των εργατικών στρωμάτων και η πολιτική Ιδεολογία που καθοδήγησε την οργανωτική τους συγκρότηση δεν είναι οι μόνοι παράγοντες που καθόρισαν την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος στην Ελλάδα την περίοδο του 19ου αιώνα.
Ακόμη, όπως αναφέρει η πρώτη πηγή ,το εργατικό κίνημα
του Καλλέργη το 1888 αποσκοπούσε ως προς
τα αιτήματα του προς το κράτος ενώ παράλληλα αναπτύσσονταν η ιδέα πώς το κίνημα
των καλλιεργητών στρεφόταν ενάντια της κρατικής πολιτικής, τον σταφιδέμπορων
και των τοκογλύφων. Κατά τη διάρκεια του 1894 γιορτάστηκε για πρώτη φορά η
εργατική πρωτομαγιά και τα αιτήματα των σοσιαλιστικών αφορούσαν την καθιέρωση
της Κυριακής ως αργίας, τη θέσπιση της 8ωρης εργασίας, σύνταξη μετά το πέρας της εργασίας,
κατάργηση των χρεών λόγω προσωπικών κρατήσεων και τέλος κατάργηση των θανατικών
εκτελέσεων.
Ένα ακόμα κίνημα ήταν εκείνο του Αβραάμ Μπεναρόγια το
1908, η Φεντερασιόν μία μεγάλη
πολυεθνική οργάνωση της πόλης με πρωτεργάτες σοσιαλιστές από την ανοιχτή σε ιδέες
εβραϊκή κοινότητα που αποτέλεσε
σημαντικό δίαυλο για την διάδοση σοσιαλιστικής και εργατικής ιδεολογίας στη χώρα.
Τον Μάιο του 1909 η Φεντερασιόν μετονομάστηκε σε εργατική ομοσπονδία
Θεσσαλονίκης. Όμως οι διαφορές ανάμεσα στους Εβραίους σοσιαλιστές και των
εθνικών ομάδων εμπόδισε την εξέλιξή τους. Τέλος μία ακόμα οργάνωση ,το
σοσιαλιστικό εργατικό κόμμα (ΣΕΚΕ) το Νοέμβριο του 1918 εξέφρασε ζητήματα και
αιτήματα τα οποία αφορούσαν την κατάργηση των έμμεσων φόρο ,την εθνικοποίηση το
Συγκοινωνιών, η συμμετοχή του Κράτους
από τα κέρδη των μονοπωλίων, την συμμετοχή των εργατών στο χώρο της διοίκησης
και τέλος την παραχώρηση των τσιφλικιών και των κτημάτων στις κοινότητες.
Σημαντική είναι και η επίδραση που άσκησε η
κυβερνητική πολιτική 1909-1912 απέναντι στο εργατικό κίνημα, όπως εκφράζεται
κυρίως με την εργατική νομοθεσία των κυβερνήσεων Βενιζέλου. Πράγματι φαίνεται
ότι οι πρώιμες θεσμικές παραχωρήσεις της εργατικής νομοθεσίας κατόρθωσαν να
προκαταλάβουν ως ένα βαθμό τις εργατικές διεκδικήσεις, πριν διαμορφωθούν καν
μέσα από την συλλογιστική δράση. Τα συνδικαλιστικά αιτήματα του εργατικού
κινήματος επικεντρώθηκαν με αυτόν τον τρόπο αφενός στην εφαρμογή της υπάρχουσας
νομοθεσίας κι αφετέρου σε οικονομικές διεκδικήσεις. Κι όσο οι πολιτικές
ανακατατάξεις της περιόδου μετατοπίζουν τη σχετική κυβερνητική πολιτική σε όλο
και πιο αυταρχικές πρακτικές τόσο η πολιτική διάσταση του εργατικού κινήματος
παίρνει προβάδισμα.
Επιπλέον στην
περίοδο του 1911 διαμορφώθηκε υπό τον Ν. Γιαννιό το σοσιαλιστικό κέντρο της Αθήνας με τη
συνεργασία όλων των εργατών του κόσμου με στόχο τη βελτίωση πολιτικών και
Οικονομικών φαινομένων κυρίως, και δευτερευόντως κοινωνικά θέματα. Στο εργατικό
τομέα θέλησαν να προωθήσουν την ιδέα για την σύσταση Εθνικής ασφάλειας, η οποία
θα φρόντιζε για τις ασθένειες τα γεράματα τα δυστυχήματα και την ανικανότητα με
σκοπό να προστατεύονται οι εργάτες.
Το 1909 νομοθετείται η υποχρεωτική αργία της Κυριακής
και εξαιρούνται από τις κατασχέσεις λόγω χρεών οι χαμηλόμισθοι εργαζόμενοι ,ενώ
το 1910 νομιμοποιούνται τα εργατικά κέντρα της Αθήνας και του Πειραιά. Το 1914
γενικεύεται η υποχρεωτική ασφάλιση των εργαζομένων έναντι ατυχήματος, ενώ
ταυτόχρονα Απαγορεύεται η σύσταση κοινών Σωματείων της εργοδοσίας και των
εργαζομένων, καθώς επίσης θεσμοθετούνται και οι συλλογικές συμβάσεις εργασίας.
Έπειτα με νόμο του 1912 απαγορεύεται η εργασία των παιδιών κάτω των 12 χρονών
και των γυναικών σε κατάσταση εγκυμοσύνης επί τέσσερις εβδομάδες πριν, και
τέσσερις μετά το τοκετό. Με τον ίδιο νόμο, το ανώτατο όριο εργάσιμων ωρών την
ημέρα για τους ανήλικους και τις γυναίκες καθορίζεται στις 10 ώρες με το νόμο
περί υποχρεωτικής ασφαλίσεως των εργατών και των ιδιωτικών υπαλλήλων του 1922
ολοκληρώνεται η νομοθεσία που σχετίζεται για την ασφάλιση έναντι ατυχήματος και
λόγω γήρατος.
Από το 1911
καθορίζονται κανόνες υγιεινής και λειτουργίας που πρέπει να τηρούν οι εργοδότες
στα εργοστάσια και τίθενται στην Επιθεώρηση Εργασίας να ελέγχει την τήρηση των
κανόνων αυτών καθώς και την τήρηση της νέας εργατικής νομοθεσίας γενικότερα.
Όταν το 1918 ιδρύεται η ΓΣΕΕ εντάσσονται 214 εργατικές οργανώσεις με 65 χιλιάδες μέλη,
ενώ για την ίδια εποχή υπολογίζεται πάντως ότι υπήρχαν στην Ελλάδα 366 εργατικές
ενώσεις με 79.000 μέλη. Τέλος την περίοδο αυτή αρχίζει και η σταδιακή μείωση
του εργάσιμου χρόνου. Το 1914 σε 8 βιομηχανικούς κλάδους η εργάσιμη μέρα είναι
12 ώρες, σε 3 κυμαίνεται από 10 έως 12 ώρες ,σε 4 είναι 10 ώρες και σε 2 από 8
έως 10 ώρες, ενώ μόνο σε έναν βιομηχανικό κλάδο είναι 8 ώρες. Το 1919 η Ελλάδα
υπογράφει το σύμφωνο της Ουάσιγκτον το οποίο πέρα από τα ζητήματα που
αναφέρονταν στην ασφάλιση, την συνταξιοδότηση, την Αρωγή των ανέργων και τα
λοιπά, υποχρεώνει τις συμβαλλόμενες χώρες να εφαρμόσουν το οκτάωρο σε όλους
τους κλάδους της βιομηχανίας. Η Βουλή επικύρωσε το σύμφωνο το 1920 το οκτάωρο
γενικεύεται τελικά το 1930.
Συμπερασματικά γίνεται αντιληπτό πως η δημιουργία και η οργάνωση εργατικών
σωματείων συνέβαλαν άμεσα στην ανάπτυξη του εργατικού κινήματος και στη
βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης τους κατά τις αρχές του 20ου αιώνα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.